Όσα κείμενα κι αν γραφτούν για την τεράστια, διεθνή πορεία του Μίκη Θεοδωράκη, δεν θα καταφέρουν να αποτυπώσουν τη βαρύτητα του έργου του θρυλικού μουσικοσυνθέτη που έφυγε από τη ζωή χθες, σε ηλικία 96 ετών.

Ανάμεσα στις αμέτρητες ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη ζωή και το έργο του, ανήκει κι εκείνη που αφορά τη σύνθεση του soundtrack της ταινίας «Σέρπικο» που προβλήθηκε στους κινηματογράφους το 1973 και εν πολλοίς όρισε την καριέρα του πρωταγωνιστή της, Αλ Πατσίνο.

Η αμερικανικής παραγωγής ταινία, σε σκηνοθεσία του Σίντνεϊ Λιούμετ και σενάριο που στηρίχτηκε στο ομώνυμο βιβλίο του Πήτερ Μάας, αναφέρεται στην πραγματική ιστορία του αξιωματικού της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, Φρανκ Σέρπικο.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο Σέρπικο είχε καταγγείλει τη διάχυτη διαφθορά στο αστυνομικό σώμα της Νέας Υόρκης, γεγονός που τον έφερε σε σύγκρουση με τους συναδέλφους του που επωφελούνταν από τη «βρωμιά» που επικρατούσε.

Πρόκειται για μια σημαντική ταινία, που καταφέρνει να αποδώσει την πραγματική προσωπικότητα του Φρανκ Σέρπικο και να παρακολουθήσει τα γεγονότα με ρεαλισμό – ενώ, φυσικά, η εξαιρετική μουσική επένδυση του Μίκη Θεοδωράκη, αναβαθμίζει ακόμη περισσότερο το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα.

Όμως δεν ήταν δεδομένη εξ αρχής.

Αρχικά, ο σκηνοθέτης πίστευε πως η ταινία θα μπορούσε να «σταθεί» χωρίς μουσική, εξαιτίας του πλούσιου υλικού της, ενώ φοβόταν ότι ένα soundtrack θα υπονόμευε τον ρεαλιστικό της χαρακτήρα.

Τελικά, κέρδισε ο Ιταλός παραγωγός, Ντίνο ντε Λαουρέντις, που επέμεινε η ταινία να ντυθεί με μουσική, «έστω για 14 λεπτά».

Ο σκηνοθέτης είχε δηλώσει:

«Το «Σέρπικο» δεν θα έπρεπε να έχει μουσική, αλλά στο τέλος προσέθεσα 14 λεπτά σε στρατηγικά σημεία για να προστατέψω την ταινία και εμένα τον ίδιο.

Ευτυχώς, την τελευταία στιγμή διάβασα στις εφημερίδες για την αποφυλάκιση του Μίκη Θεοδωράκη, του σπουδαίου αυτού Έλληνα συνθέτη -μόλις είχε βγει από τη φυλακή.

Ήξερα ότι εκείνα τα χρόνια οι αριστεροί στην Ελλάδα βρίσκονταν υπό διωγμό από το ακροδεξιό καθεστώς της χούντας. Δεν είχα άλλη επιλογή: αμέσως έτρεξα στο Παρίσι να τον βρω».

Εκείνη την περίοδο, ο Θεοδωράκης επρόκειτο να ξεκινήσει περιοδεία στις ΗΠΑ, κι έτσι είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει ένα rough cut του «Σέρπικο».

Στο τέλος της προβολής, ο Θεοδωράκης συμφώνησε με τον Λιούμετ:

«Η ταινία είναι… υπέροχη, αλλά δεν της χρειάζεται η μουσική -δεν υπάρχει χώρος γι’ αυτήν!», αναφώνησε.

Όμως αυτή τη φορά ήταν ο Λιούμετ που έδειξε επιμονή:

«Μίκη μου, σε παρακαλώ, σκέψου τη θέση μου! Ο Ντίνο θα ξετρελαθεί αν ένας συνθέτης του δικού σου βεληνεκούς βάλει την υπογραφή του στο σάουντρακ και τότε ίσως μπορέσουμε να τη “γλιτώσουμε” με ένα μίνιμουμ μουσικής περίπου δέκα λεπτών».

Τότε, ο Μίκης έβγαλε μια κασέτα από την τσέπη του και τον ρώτησε:

«Πριν από κάποια χρόνια έγραψα αυτό το χαριτωμένο τραγουδάκι [πρόκειται για το τραγούδι «Δρόμοι παλιοί» σε στίχους του Μανώλη Αναγνωστάκη]. Πιστεύεις ότι θα μπορούσα να ζητήσω -ξέρω ‘γώ… -75.000 δολάρια για αυτό;».

Ό,τι κι αν πίστευε ο Λιούμετ, ο Θεοδωράκης έλαβε πράγματι την αμοιβή του. Και η υπέροχη μελωδία έκτοτε συνδέθηκε για πάντα με τον Φρανκ Σέρπικο.