Έκανε πρεμιέρα στις 23 Σεπτεμβρίου του 1994. Εκείνη την ημέρα, ο σκηνοθέτης της Frank Darabont και η παραγωγός Liz Glotzer, αποφάσισαν να κάνουν μια βόλτα από τον θρυλικό πλέον κινηματογράφο Cinerama Dome στο Χόλιγουντ, ο οποίος έκλεισε το 2020 λόγω πανδημίας και μάλλον δεν θα ανοίξει ξανά, για να δουν πω θα τα πήγαινε η νέα τους ταινία. Το «The Shawshank Redemption»…

Και οι δυο πίστευαν ότι είχαν γυρίσει μια καλή ταινία. Με σπουδαίους πρωταγωνιστές (Tim Robbins και Morgan Freeman), βασισμένη σε διήγημα του Stephen King και με καλό μπάτζετ. Οι κριτικοί την είχαν επιδοκιμάσει και οι δοκιμαστικές προβολές είχαν δώσει θετικό feedback. Δεν περίμεναν να μαζέψει όσο κόσμο μάζευε το «Forrest Gump» όλο το προηγούμενο καλοκαίρι, αλλά πίστευαν πως θα τα πάει πολύ καλά.

Αλλά και οι 900 θέσεις της αίθουσας ήταν άδειες. Το σκηνικό ήταν απογοητευτικό, αφού η ταινία είχε διανεμηθεί μόλις σε 33 αίθουσες με σκοπό να διαδοθεί η αξία της από στόμα σε στόμα. Παρόλο που το πρώτο Σαββατοκύριακο τα πήγε τελικά αρκετά καλά, κάνοντας εισπράξεις 22 χιλιάδες δολάρια ανά αίθουσα, το «The Shawshank Redemption» δεν απογειώθηκε.

Όταν μετά από τρεις εβδομάδες πήρε μεγαλύτερη διανομή, κατάφερε να βγάλει μόνο 2,4 εκατομμύρια δολάρια. Μέχρι τον επόμενο μήνα όταν και οι κινηματογράφοι σταμάτησαν να το προβάλλουν, έβγαλε συνολικά 16 εκατομμύρια δολάρια, τα οποία απείχαν από τα προβλεπόμενα 25 με 28 εκατομμύρια.

Πέρασαν 27 και κάτι χρόνια από τότε και όσοι το έχουμε δει απορούμε με αυτή την ιστορία. Έχει μετατραπεί σε μια κλασσική ταινία, η οποία παίζεται συνεχώς στην τηλεόραση, είναι στο Netflix και φιγουράρει σε πολλές λίστες με τις καλύτερες ταινίες των εποχών. Οι χρήστες του IMDb την κατατάσσουν πρώτη στο «IMDb Top 250». Το πως συνέβη να βρεθεί από την αποτυχία στην κορυφή, είναι μια ιστορία λύτρωσης και εξιλέωσης, η οποία καθρεφτίζει τον ήρωα της ταινίας Andy Dufresne.

Η ταινία γεννήθηκε μέσα από την αγάπη που είχε ο Frank Darabont για τον Stephen King. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, του έγραψε ζητώντας του να κάνει ταινία ένα διήγημα του, το «The Woman in the Room». Όπως και σε άλλες περιπτώσεις ο King δέχτηκε και ο Darabont τελείωσε την ταινία το 1983.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, θέλησε να του ζητήσει μια νουβέλα αυτή τη φορά. Το πιο γνωστό «The Mist», την ιστορία μια μικρής πόλης στο Μέιν όταν πέφτει μια παράξενη ομίχλη. Αλλά τελικά το μετάνιωσε. Μετά το «A Nightmare on Elm Street» δεν ήθελε να γυρίσει και άλλη ταινία τρόμου, μήπως και θεωρηθεί ότι κάνει μόνο τέτοιες.

@backyardcinema.co.uk

Έτσι ζήτησε από τον King τα δικαιώματα ενός άλλου διηγήματος με τίτλο «Rita Hayworth and The Shawshank Redemption». Ο King δεν ήταν σίγουρος αν θα μπορούσε να γίνει ταινία αλλά ο Darabont του έστειλε μερικές χιλιάδες δολάρια για να τον αφήσει να προσπαθήσει.

Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι να γράψει το σενάριο. Κι όταν το έκανε το έστειλε στην Castle Rock, την εταιρεία που λίγα χρόνια πριν είχε χρηματοδοτήσει μια ταινία που βασιζόταν σε μια άλλη νουβέλα του Stephen King, το «Stand By Me» σε σκηνοθεσία του Rob Reiner.

O τελευταίος λάτρεψε το σενάριο και ήθελε να το σκηνοθετήσει ο ίδιος με πρωταγωνιστή τον Tom Cruise, με τον οποίο είχε συνεργαστεί έναν χρόνο νωρίτερα στο «A Few Good Men». Αλλά ο Darabont πίστευε πως κατείχε την ταινία και ήθελε ο ίδιος να τη σκηνοθετήσει. Ο Tom Cruise αποσύρθηκε.

Ο Darabont προτίμησε τον Tim Robbins. Και τον Morgan Freeman στο πλευρό του. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1993, σε μια φυλακή του Οχάιο, η οποία είχε κλείσει τρία χρόνια νωρίτερα επειδή υπήρχαν καταγγελίες για κακομεταχείριση των κρατουμένων. Οι περισσότεροι βρήκαν το περιβάλλον αποπνικτικό, αλλά ο Robbins ζήτησε να μείνει στην απομόνωση για μια εβδομάδα ώστε να μπει στον ρόλο. Η παραγωγή αρνήθηκε.

@imdb.com

Τα πρώτα πλάνα σε συνδυασμό με το σενάριο, έκαναν τη Castle Rock και τη Warner Bros να αισιοδοξούν. Αλλά ανησυχούσαν για μερικά πράγματα. Αρχικά, ταινίες με φυλακές δεν προσέλκυαν πολύ το ευρύ κοινό, ενώ οι μεταφορές των γραπτών του Stephen King στο σινεμά δεν είχαν πάντα εντυπωσιακά αποτελέσματα. Ο Freeman πάλι είχε άλλο πρόβλημα. Δεν του άρεσε ο τίτλος «The Shawshank Redemption». Πίστευε πως κανείς δεν θα τον θυμόταν και πως δεν ήταν καθόλου περιγραφικός. Και εδώ που τα λέμε, δεν είχε άδικο. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν ούτε η φυλακή ούτε ο τίτλος. Ήταν ο John Travolta.

Όταν τον Οκτώβριο η ταινία βγήκε στις αίθουσες, ανταγωνιζόταν το «Pulp Fiction», τη δεύτερη ταινία του Quentin Tarantino, που είχε ενθουσιάσει στις Κάννες. Τα media είδαν με καλό μάτι την ταινία και την επιστροφή του Travolta παρέα με πολλούς αστέρες. Και αυτός ο ανταγωνισμός ήταν που βύθισε το «The Shawshank Redemption». Εκείνη δηλαδή την εποχή, κυκλοφόρησαν σχεδόν ταυτόχρονα 3 ταινίες από τις 12 κορυφαίες του IMDb.

Το 1994, το «The Shawshank Redemption» φαινόταν πως θα είναι μια ταινία που απέτυχε να εντυπωσιάσει. Αλλά την επόμενη χρονιά βρήκε μια ευκαιρία. Προτάθηκε για 7 βραβεία Όσκαρ και παρόλο που δεν κέρδισε, ακούστηκε πολλές φορές το όνομά της κατά τη διάρκεια της τελετής που πραγματοποιήθηκε στις 27 Μαρτίου του 1995. «Κανένας δεν την είχε ακούσει και εκείνη τη βραδιά την ανέφεραν τουλάχιστον 7 φορές», είχε πει ο Darabont δυο σχεδόν δεκαετίες αργότερα.

Μετά από τις υποψηφιότητες, η Warner Bros πήρε την απόφαση να την ξαναβγάλει στις αίθουσες, όπου κέρδισε άλλα 12 εκατομμύρια. Και σε μια κίνηση που φάνηκε ιδιαίτερα φιλόδοξη, η εταιρεία παρήγγειλε 320 χιλιάδες βιντεοκασέτες. Το ρίσκο βγήκε. Το «The Shawshank Redemption» κέρδισε μέχρι και το ασυναγώνιστο «Forrest Gump» στην ενοικίαση ταινιών. Μάλλον ο κόσμος προτιμούσε να δει μια ταινία με φυλακές και παράξενο τίτλο στο σπίτι.

Αλλά η πραγματική εκτόξευση της ταινίας ήρθε το 1997. Όταν το TNT πήρε τα δικαιώματα για την καλωδιακή τηλεόραση. Με το TNT να το εντάσσει τακτικά στο πρόγραμμά του, όταν το κοινό το είδε επιτέλους μαζικά, κατάλαβε ότι είχε λάθος εντύπωση. Ακόμα λοιπόν και αν ο Dufresne είναι βουτηγμένος στη μιζέρια στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας, ο τελικός προορισμός του είναι που έχει σημασία. Το μήνυμα της επιμονής και της ελπίδας που βγάζει η ταινία ήταν αυτό που έκανε το κοινό να αγαπήσει το «The Shawshank Redeption».

@backyardcinema.co.uk

Το 2019, 30 χιλιάδες άνθρωποι επισκέφτηκαν τη φυλακή στο Οχάιο όπου έγιναν τα γυρίσματα, με το μέρος να έχει διακοσμηθεί έτσι ώστε να μοιάζει με τα σκηνικά τις ταινίας. Για μια ταινία που στο άνοιγμα της έκανε λιγότερο από 1 εκατομμύριο δολάρια, το να δίνει κάθε χρόνο 15 εκατομμύρια δολάρια στους ντόπιους του Οχάιο μέσω του τουρισμού, το λες και οξύμωρο.

Τα κέρδη αυτά ως αντάλλαγμα για μια επιταγή μερικών χιλιάδων δολαρίων του Darabont είναι πολύ καλά. Βέβαια, μάλλον δεν του κόστισε τίποτα αφού, όπως είπε, ο King δεν εξαργύρωσε ποτέ την επιταγή. Μάλιστα του την έστειλε πίσω κορνιζαρισμένη όταν τελείωσε η ταινία. «Σε περίπτωση που χρειαστείς λεφτά για εγγύηση. Με αγάπη, Steve».

Πληροφορίες: mentalfloss.com